vita moderna

kisses, tears & psychodramas

30.6.04

Τιμή και δόξα!

Βλέποντας τόσο κόσμο, αυτό το πολύχρωμο, ευφάνταστο πλήθος να ανεβαίνει προς το θέατρο, δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι τόσοι συνάνθρωποί σου συγκινούνται αυθεντικά με τη μουσική του δαιμόνιου λαρισαίου. Λίγο αργότερα, όταν οι στίχοι του είναι στα στόματα όλων, παραδίνεσαι: Είναι τελικά εκατοντάδες ή και χιλιάδες, αυτοί που αναγνωρίζουν στον Θανάση Παπακωνσταντίνου και τη μουσική του, ένα κέντρο γύρω από το οποίο συσπειρώνεται μια σύγχρονη ουτοπία. Για μια κοινότητα προσώπων με ζωηρούς, παρόμοιους πόθους.


Με άξονα μια κατασταλαγμένη, ριζωμένη ελληνικότητα, η μουσική του Θ.Π. ανοίγει, διαστέλλεται ακτινωτά προς ένα ροκ πνεύμα, χωρίς προκαταλήψεις. Οι συνθέσεις του, κάτι πανκ δυναμίτες με λαούτο, έχουν συνήθως μια ουρά πάνω στην οποία ορμάνε τελικά τα σαξόφωνα και οι ηλεκτρικές κιθάρες, οι φυσαρμόνικες και τα τύμπανα. Το χάσιμο που παράγεται είναι διονυσιακό, εκστατικό, ψυχεδελικό αλλά όχι ανόητο. Το συνέχει η βαθύτερη ουσία των δημιουργών τους, άνθρωποι που έχουν υπόψη τους πόση δυσκολία ενέχει η ελευθερία ή τι σχολείο είναι ο πόνος.

Έτσι, παρότι οι μουσικοί παραληρούν λαβυρινθοειδώς, το κοινό τούς συμπαρίσταται εκστατικά ωσάν να συμπάσχει σε ωδίνες τοκετού που θα φέρουν στον κόσμο τη νέα ζωή. Κι αυτό γιατί η μουσική που παράγεται δεν πατάει πάνω σε ράγες προκάτ, όπως το σύνολο σχεδόν της εγχώριας παραγωγής· είναι προϊόν αγωνίας, πάλης με το υλικό. Παράδειγμα, αυτή η συγκλονιστική ερμηνεύτρια του πάθους, η Μάρθα Φριτζήλα, ή ο εσωτερικός, ώριμος και συγκινητικός Αγγελάκας. Ανεβαίνουν για να περιγράψουν τον κόσμο όπως τον νιώθουν σήμερα, όχι να αναμασήσουν τους χθεσινούς εαυτούς τους.

Κάθε φορά, ακούω τον Θανάση να φωνάζει: για μια άλλη ζωή ρε γαμώτο!
Δεν το αρθρώνει πραγματικά, το λέει με τη μουσική του. Άλλωστε ο λόγος θα μείνει πάντα ο φτωχός συγγενής. Εξ’ ού και ο άχαρος ρόλος μου σήμερα να περιγράφω όσα θαυμαστά η μουσική έστησε μπροστά μας, μέσα μας.

Φιλιά στα κορίτσια που ανεβασμένα στον ώμο των καλών τους ούρλιαζαν τα στιχάκια του Πεχλιβάνη, σ’ αυτό το καυτό βράδυ του Ιουνίου. Ραντεβού στα ξερονήσια!

Υ.Γ. Η συναυλία του Θανάση Παπακωνσταντίνου, στις 28 Ιουνίου, στο θέατρο βράχων, στο Βύρωνα. Μια πρόχειρη συνέντευξή του, εδώ.

23.6.04

Ο Κώστας

Ο συγγραφέας και φίλος Κώστας Κατσουλάρης, εισέρχεται δυναμικά στο δίκτυο με την προσωπική, πολύ πλούσια σελίδα του. Παρουσιάζονται τα βιβλία του, καθώς και οι κριτικές τρίτων σε αυτά (έχει τη γενναιότητα να παραθέτει και τις μη ευνοϊκές κριτικές), οι μεταφράσεις του (η ανάγλυφη, ζωντανή γλώσσα που πέτυχε στη συναρπαστική «Πλατφόρμα» του Ουελμπέκ αποτελεί κατόρθωμα), καθώς και η εκτεταμένη αρθογραφία του στο Βήμα περί παντός του (λογοτεχνικού) επιστητού. Το εντυπωσιακό με τον Κώστα είναι πως όλη αυτή η δραστηριότητα αφορά μόλις τα τελευταία επτά χρόνια της ζωής του, όταν αποφασίζει ξαφνικά πως αυτό που θέλει να κάνει είναι μόνο «να γράφει». Ανακαλύψτε τι κατάφερε.

18.6.04

Ο κριτικός άνθρωπος.

Είναι ένας αλβανός στο μπαλκόνι μου από το πρωί και βάφει. Ανέβηκε με εξωτερική σκάλα και με ξύπνησε. Πρώτα έτριψε τα κουφώματα της πόρτας, στοκάρισε. Πότε πότε τραβάω λιγάκι την κουρτίνα και κρυφοκοιτάζω κρατώντας την ανάσα μου. Είναι επιμελής αλλά η σπιτονοικοκυρά με έχει πείσει ότι αυτοί έχουν στόχο να πασαλείψουν και να φύγουν. Άρα, παρότι τα μάτια μου άλλα βλέπουν, οι ιδέες μου κυριαρχούν.
Βγήκα πριν μια ώρα, δήθεν αδιάφορα. Χάιδεψα τα παντζούρια και είπα: ίσως χρειαστεί να ξανατρίψεις, να φύγουν οι αγριάδες.
-Μια χαρά θα γίνει, απαντάει.
-Σε κάποια σημεία, να εδώ, ίσως να βάλεις λίγο στόκο ακόμα.
Ποσώς με ενδιαφέρει. Αλλά πρέπει να δείξω ότι νοιάζομαι, να καταλάβει ότι δεν μπορεί να με ξεγελάσει. Να ησυχάσει και η φωνή της ιδιοκτήτριας που επανέρχεται μέσα μου. Το υπερεγώ μου.

Τώρα θέλω εξιλέωση. Έφτιαξα τοστ, έβαλα διπλό ζαμπόν, διπλό τυρί. Σέρβιρα κόκα κόλα σε ποτήρι με παγάκια και λεμόνι. Βγαίνοντας, όμως, βρήκα δύο αλβανούς! Πάρε αυτό, λέω στον έναν και φέρνω κι άλλο. Πυρετωδώς ετοίμασα το δεύτερο, αλλά το λεμόνι είχε τελειώσει. Πραγματικά λυπήθηκα.

Τώρα είμαι πάλι κρυμμένος πίσω από την κουρτίνα. Τους βλέπω να τρώνε και να πίνουν με όρεξη. Είμαι πολύ χαρούμενος γιατί είμαι καλός άνθρωπος και κάνω καλές πράξεις. Επιπλέον, δεν με ξεγελάς εύκολα. Έχω αναπτυγμένη κρίση.

12.6.04

Ασάλευτη ζωή.

Βρέθηκα τον περασμένο Μάρτιο σ’ ένα ορεινό, εγκαταλειμμένο χωριό της Αρκαδίας. Το αυτοκίνητο διέσχισε μια απόσταση εκατό μέτρων και σταμάτησε· το χωριό τελείωνε εκεί. Εκτεινόταν όμως αρκετά, πάνω και κάτω από το δρόμο, αμφιθεατρικά, πνιγμένο στα έλατα. Με τα πέτρινα σπίτια του και το μικρό σχολείο να κατοπτεύει τη χαράδρα από ψηλά.
Ήταν μεσημέρι ακόμα και σε τύλιγε η σιωπή των βουνών. Κατέβαινε ένας ήσυχος, παγωμένος αέρας από το πυκνό ελατοδάσος, ο ήλιος κρυβόταν. Στο λιγοστό χρόνο που μείναμε, προλάβαμε δυο σύντομες βροχές.

Γύρω παντού, χορτάρια και σκίνα σκαρφαλωμένα στις προσόψεις, στις έρημες αυλές. Παρατημένα είδη μιας καθημερινότητας που έμοιαζε να διακόπηκε ξαφνικά: ένα πλαστικό μπουκάλι με λάδι, μια κουδουνίστρα μωρού, ένα παπούτσι. Εισχωρώντας περισσότερο, σε άρπαζε η μελαγχολία της σταματημένης ζωής, η αίσθηση ενός αιφνίδιου θανάτου. Ωσάν οι άνθρωποι να χτυπήθηκαν έξαφνα από το κακό κι εγκατέλειψαν, νύχτα, τα σπίτια τους.
Ο τόπος είναι υπέροχος, τα σπίτια λιτά, δωρικά. Η θέα προς τη χαράδρα δημιουργεί μια αίσθηση σκηνικού βάθους και καθώς το χωριό είναι μικρό, μπορείς να σταθείς οπουδήποτε, απαγγέλλοντας στους (ανύπαρκτους) κατοίκους του τα αγαπημένα σου λυρικά αποσπάσματα. Μεγάλα πουλιά διαγράφουν κύκλους ψηλά, εντείνοντας τη θεατρικότητα. Βρίσκεσαι μόνος στη σκηνή του κόσμου.

Ο διασταλμένος χρόνος ανοίγει σαν πηγάδι και σε ρουφάει προς τα πίσω. Θα μπορούσε να ήταν, ας πούμε, 10 Μαρτίου του 1890, αφού ο τόπος δεν συντηρεί στοιχεία της επικαιρότητας· ένα αρχέγονο, βαρύ σκηνικό υποδέχεται την ανθρώπινη παρουσία και της υποβάλλει τον τύπο της δραματουργίας: το διαρκές πένθος για την ύπαρξη.

Βράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά
Κόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο.

Χειμώνας μπαίνει ως το μυαλό. Κάτι κακό
Θ’ ανάψει. Αγριεύει η τρίχα του αλογόβουνου.

Τα όρνια μοιράζονται ψηλά τις ψίχες τ’ ουρανού.

*


Ζωές των ανθρώπων σ’ έναν τόπο πανέμορφο και περίκλειστο, οριστικά στραμμένες προς τα μέσα.

Ενώ έδυε ο ήλιος, σκύψαμε στο παράθυρο του σχολείου. Κατεστραμμένα τα παλιά θρανία με το διπλό κάθισμα και την επικλινή επιφάνεια (με αυλάκι για τα μολύβια. Το ένα πάνω στο άλλο. Ο Κολοκοτρώνης, ξεβαμμένος, με ραγισμένο τζάμι. Ο χάρτης της Ελλάδας διπλωμένος στο έδαφος. Σχολικά εγχειρίδια και θρυμματισμένα γυαλιά και σκόνη παντού.

Αναχωρήσαμε μέσα σε ρίγη. Βγαίνοντας από το χωριό, στον καθρέφτη του αυτοκινήτου, είδαμε ένα κουτάβι να τρέχει πίσω μας. Τέλος σταμάτησε και έμεινε να μας κοιτάει. Μόνο του, λίγο πριν φύγει το τελευταίο φως.


Οι στίχοι του Ελύτη, από το Άσμα ηρωϊκό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας.

9.6.04

Θησαυροί στο σκοτάδι

Όλο λέω ότι θα τα ξεκαθαρίσω, να τακτοποιηθούν τα συρτάρια, να μπορείς να βρεις κάτι. Τα κοίταζα, σχεδόν τα χάϊδευα σήμερα το μεσημέρι στο πατρικό, κι αναρωτιόμουν γιατί έχω αποκτήσει αυτή τη βλαβερή συνήθεια να παρατηρώ την ίδια μου τη ζωή ως τρίτος.
Μιλάω για τα δεκάδες μικροαντικείμενα που βρίσκονται χρόνια στις ίδιες θέσεις, στα σκοτεινά.


Στο κεντρικό συρτάρι του μαθητικού γραφείου μου, βρίσκει κανείς τα εξής:
-Το μικρότερο βιβλιαράκι του κόσμου. Είναι ένα λιλιπούτειο κατασκεύασμα ( φαρμακευτικής εταιρίας), καλοπιάσματα από γιατρό, στην ηλικία των έξι-επτά χρόνων. Σε θήκη με μεγεθυντικό φακό.
-Ανδρικά ροκ κοσμήματα. Συγκεκριμένα, μια μικρή ασημένια ηλεκτρική κιθάρα με κορδόνι, που φοριέται στο λαιμό. Ένα πλεγμένο χόρτο με γαντζάκι: κόσμημα καρπού, πιθανώς από την εκδρομή της γ΄Λυκείου.
-Χάρακας με ζώδια. Καθώς τον κουνάς τα ζώδια αλλάζουν· της (σέβεντις) αισθητικής των καρτών με τα κορίτσια που σου κλείνουν το μάτι.
-Ένα τσίγκινο κουτί που γράφει απ’ έξω: Mathematical instrument set. Ανοίγοντας βρίσκεις μια στρογγυλή γαλάζια γομολάστιχα με τρύπα στο κέντρο, ένα διαβήτη (σταθερής τροχιάς, για τον οποίο περηφανευόμουν), μοιρογνωμόνιο. Στο εσωτερικό καπάκι γράφω: rock is life .
-Τα παλιά γυαλιά μυωπίας. Τεράστια.
-Τεύχος του περιοδικού ΚΑΡΑΤΕ, με δημοσιευμένη φωτό μου. Λακτίζω τον αγέρα.
-Τεύχος του περιοδικού Ελεύθερη γενιά, με απάντηση σε επιστολή μου.
-Τεύχη της σχολικής εφημερίδας, με (μουσικολογικά) άρθρα μου.
-Ένα δολάριο.
-Χάντρες για κατασκευή κοσμήματος. Ελεύθερες.
-Πινέλα ζωγραφικής πιασμένα με λάστιχο.
-Το πρώτο μου ρολόι, δώρο της γιαγιάς. Μπλέ citizen.
-To προηγούμενο swatch.
-Τεχνικές ανάπτυξης συστημάτων προ-πο.
-Πανάκια καθαρισμού του φακού της φωτογραφικής μηχανής. Κιτρινισμένα.
-Επιζωγραφισμένη πέτρα με την παρότρυνση : έλα για καφέ. Δώρο της Λ.
-Αντι στρες μπαλάκι.
-Δεκάδες μαρκαδόροι.Εικοσετίας, τους κρατάω γιατί δεν ξέρω ποιοι γράφουν.
-Ένας μίνι αγκαλίτσας, επίσης δώρο της Λ.
-Ένας χαλασμένος πλακέ φακός περιπτέρου. Δεν τον πετάω γιατί δεν ξέρω ποια βλάβη έχει.
-Συνδετήρες, καρφίτσες, πινέζες. Διάσπαρτες.
-Το παλιό ραδιοφωνάκι.
-Κάτι αποξηραμένα άνθη. Υπολείμματα μεγαλύτερων συνθέσεων.



Πότε πότε ανοίγω το συρτάρι και κοιτάω. Κάτι θέλω να μου πουν τα αντικείμενα, αλλά ακόμα δεν καταλαβαίνω τη γλώσσα τους. Μια μέρα ελπίζω να τακτοποιήσω. Όλες τις εκκρεμότητες.

8.6.04

Νέο τραίνο στο σταθμό.

Επιτέλους ο talos, ιδιοκτήτης και διευθυντής σύνταξης του θρυλικού ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ, καταθέτει (έστω καθυστερημένα) λίστα με 30 ροκ άνθη, αποκαλύπτοντας πλευρές του ψυχισμού του: ΕΔΩ.
Υπενθυμίζω την ευγενική λίστα του kukuzelis, την νοσταλγική του krokodeilaki, την εξαντλητική του Aris, την αναρχική του διμίτρις, και την πολυεπίπεδη, ώριμη, μεστή, αστραποβόλα του thas.

Περιμένω τη Μίτζη, τον Κώστα, τον rastaman_chant, τον tolis, την pixie, την elena, την An και όσους άλλους γουστάρουν να μοιραστούν το γούστο τους στη μουσική, μαζί μας. Αντιός.

ΝΕΑ ΤΡΑΙΝΑΚΙΑ: η δεκάδα της pixie και η τελευταία(23/09/04) του nikos(varometro) ΕΔΩ.